-
1 αστικά
ἀστικόςof a city: neut nom /voc /acc plἀστικά̱, ἀστικόςof a city: fem nom /voc /acc dualἀστικά̱, ἀστικόςof a city: fem nom /voc sg (doric aeolic) -
2 ἀστικά
ἀστικόςof a city: neut nom /voc /acc plἀστικά̱, ἀστικόςof a city: fem nom /voc /acc dualἀστικά̱, ἀστικόςof a city: fem nom /voc sg (doric aeolic) -
3 ταστικά
ἀστικά, ἀστικόςof a city: neut nom /voc /acc plἀστικά̱, ἀστικόςof a city: fem nom /voc /acc dualἀστικά̱, ἀστικόςof a city: fem nom /voc sg (doric aeolic) -
4 τἀστικά
ἀστικά, ἀστικόςof a city: neut nom /voc /acc plἀστικά̱, ἀστικόςof a city: fem nom /voc /acc dualἀστικά̱, ἀστικόςof a city: fem nom /voc sg (doric aeolic) -
5 αστικος
-
6 Διονυσια
1) τὰ Δ. (тж. τὰ Δ. ἀστικά или ἐν ἄστει, τὰ μεγάλα Δ., τὰ τῶν Διονυσίων и ἥ τῶν Διονυσίων ἑορτή) Thuc., Xen., Plat., Aeschin., Arst., Dem., Plut. Большие или Городские Дионисии ( в месяце элафеболионе)2) τὰ κατ΄ ἀγροὺς или ἐν ἀγροῖς Δ. и τὰ μικρὰ Δ. Arph., Aeschin., Dem. Малые или Полевые (Сельские) Дионисии ( в месяце посидеоне) -
7 αστικάς
-
8 ἀστικάς
-
9 Διονύσια
A festival of Dionysus, IG12.57, Foed. ap. Th.5.23, etc.;τὰ ἐν ἄστει IG22.1299.31
;τὰ ἀστικά Th.5.20
;τὰ μεγάλα IG22.654.41
;τὰ κατ' ἀγρούς Ar.Ach. 202
, Aeschin.1.157;τὰ ἐπὶ Ληναίῳ IG2.741.10
; elsewh., SIG285.14 ([place name] Erythrae), IG12(1).6.3 (Rhodes, from Erythrae), etc.; Δ. παίδων ib.11 (2).105 (Delos, iii B. C.), al.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Διονύσια
-
10 μοριαστικά
μορι-αστικά, τά, title of treatiseGreek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μοριαστικά
-
11 ἀστικός
A of a city or town, opp. country,λεὼς ἀ. A. Eu. 997
; ; epith. of Hecate, IG9(2).575 (Larissa, v B. C.); τὰ ἀ. Διονύσια ( = τὰ κατ' ἄστυ) Th.5.20; home, opp. ξενικός ( foreign), A.Supp. 618; ἀ. δίκαι suits between citizens, Lys.17.3;ἀ. δικαστήριον IG12(7).3.32
([place name] Amorgos);ἀ. νόμοι POxy.706.9
(ii A. D.).b ἀστικοί, οἱ, = Lat. cohortes urbanae, D.C.56.32, 59.2; ἀστικόν, τό, Id.55.24.2 = ἀστεῖος, polite, ἀστικά, as Adv., opp. ἀγροίκως, Theoc.20.4.—In codd. often written ἀστυκός.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀστικός
См. также в других словарях:
ἀστικά — ἀστικός of a city neut nom/voc/acc pl ἀστικά̱ , ἀστικός of a city fem nom/voc/acc dual ἀστικά̱ , ἀστικός of a city fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αστικά οικοσυστήματα — Βλ. λ. αστική οικολογία … Dictionary of Greek
τἀστικά — ἀστικά , ἀστικός of a city neut nom/voc/acc pl ἀστικά̱ , ἀστικός of a city fem nom/voc/acc dual ἀστικά̱ , ἀστικός of a city fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀστικάς — ἀστικά̱ς , ἀστικός of a city fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… … Dictionary of Greek
Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Ιορδανία — Επίσημη ονομασία: Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας Έκταση: 92.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 5.307.470 (2002) Πρωτεύουσα: Αμμάν (1.415.000 κάτ. το 1999)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Δ με το Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… … Dictionary of Greek